μαγνάτος

μαγνάτος
ο
1. (στην Ουγγαρία κατά το παρελθόν) τίτλος που δινόταν στους μεγιστάνες και κατόπιν σε όλους τους ευγενείς που ήταν κάτοχοι γαιών
2. (στην Πολωνία κατά το παρελθόν) τίτλος που δινόταν ως βασιλική δωρεά σε ανώτερους κρατικούς λειτουργούς και σε ιεράρχες
3. (στην μσν. Ιταλία) αστός καταγόμενος από ευγενείς.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”